Σύμφωνα με τo Δικηγορικό γραφείο, «Κώστα Τσουκαλά και Συνεργατών» εκπροσωπώντας δανειολήπτρια, η οποία είχε οφειλές σε τράπεζα και στον ΟΑΕΕ, πέτυχε την δημοσίευση της πρώτης πρωτόδικης οριστικής απόφασης, η οποία έκανε δεκτή την υπαγωγή των οφειλών σε ασφαλιστικό ταμείο στις ευνοϊκές διατάξεις του ν. 3869/2010 (νόμος Κατσέλη), απορρίπτοντας την ένσταση του ΟΑΕΕ περί αντισυνταγματικότητας του νόμου 4336/2015 (ως γνωστόν ο ΟΑΕΕ ισχυρίζεται πως δεν μπορεί να υπάρξει διαγραφή κεφαλαίου ασφαλιστικών εισφορών). Το Ειρηνοδικείο Λαυρίου διέγραψε χρέος 29.802,25 ευρώ προς τον ΟΑΕΕ, αφού από συνολική οφειλή ύψους 30.844,81 ευρώ θα καταβάλλει βάσει της δικαστικής απόφασης μόνο το ποσό των 1.042,56 ευρώ. Η απόφαση είναι εξαιρετικής σημασίας, καθώς είναι η πρώτη οριστική απόφαση που κρίνει στην ουσία το ζήτημα υπαγωγής των οφειλών σε ασφαλιστικά ταμεία στο νόμο 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε από τον ν. 4336/2015, και μάλιστα με πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ανοίγει λοιπόν το δρόμο για τις υπόλοιπες δικαστικές αποφάσεις, καθώς αίρει ξεκάθαρα την όποια αμφισβήτηση περί της δυνατότητας διαγραφής κεφαλαίου (και όχι μόνο τόκων και προσαυξήσεων) των οφειλών του ΟΑΕΕ.
Το Ειρηνοδικείο Λαυρίου απεφάνθη ότι όχι μόνο δεν είναι αντισυνταγματική η υπαγωγή των οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές στο νόμο 3869/2010, αλλά επιπλέον ότι είναι επιβεβλημένη αφ’ ενός για να επιτευχθεί ο σκοπός της απαλλαγής του οφειλέτη από χρέη και η επανένταξη του στη οικονομική και κοινωνική ζωή, αφ’ ετέρου γιατί η εξαίρεση των οφειλών αυτών θα δημιουργούσε δανειστές δύο ταχυτήτων δημιουργώντας συνθήκες άνισης μεταχείρισης μεταξύ των πιστωτών. Έκρινε επίσης ότι δεν τίθεται ζήτημα οικονομικής βιωσιμότητας του ασφαλιστικού φορέα λόγω περικοπής των απαιτήσεων, αφού η είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών είναι ούτως ή άλλως επισφαλής λόγω της οικονομικής αδυναμίας των ασφαλισμένων. Ο ΟΑΕΕ προέβαλε ένσταση αντισυνταγματικότητας του νόμου ως αντικειμένου στα άρθρα 4 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος και ζήτησε την απόρριψη της αίτησης. Το Δικαστήριο έκρινε σχετικά ότι: « Με το ν. 4336/2015 διευρύνθηκε το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 3869/2010 ως προς τα δυνάμενα προς υπαγωγή χρέη, προστιθέμενης στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 περίπτωσης υπό στ. γ, κατά την οποία στο πεδίο εφαρμογής υπάγονται «γ) ασφαλιστικές οφειλές προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Τα αναφερόμενα στα α’ και β’ στοιχεία πρόσωπα, δεν επιτρέπεται να συνιστούν το σύνολο των πιστωτών του αιτούντος και οι οφειλές του προς αυτά υποβάλλονται σε ρύθμιση κατά τον παρόντα νόμο μαζί με τις οφειλές του προς τους ιδιώτες πιστωτές». Η δυνατότητα υπαγωγής πλέον των εν λόγω οφειλών, οι οποίες αρχικά δεν υπάγονταν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου, κρίθηκε επιβεβλημένη από το νομοθέτη, προκειμένου να επιτευχθεί ο προστατευτικός σκοπός των ρυθμίσεων του ν. 3869/2010, που είναι η απαλλαγή του οφειλέτη (υπό προϋποθέσεις) από τα χρέη του και η επάνοδός του στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου, καθώς τυχόν απαλλαγή από τα χρέη προς ιδιώτες με διατήρηση των μέχρι πρότινος εξαιρουμένων χρεών (εν προκειμένω και έναντι των φορέων κοινωνικής ασφάλισης) θα καθιστούσε άνευ ουσιαστικού αποτελέσματος τυχόν επιτυγχανόμενη απαλλαγή του οφειλέτη, ο οποίος θα εξακολουθούσε να βαρύνεται με τα εξαιρούμενα χρέη. Η δε εξαίρεση συγκεκριμένων απαιτήσεων από το πεδίο εφαρμογής του Ν. 3869/2010 είχε ως συνέπεια τη δημιουργία δανειστών δύο ταχυτήτων, καθώς οι πιστωτές που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι των υπολοίπων, διατηρώντας στο ακέραιο τις απαιτήσεις τους. Μάλιστα, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, και κατ’ εξαίρεση της αρχής της καθολικότητας, δίδεται η δυνατότητα στον οφειλέτη να επιλέξει τη ρύθμιση που θα ακολουθήσει ως προς τις εν λόγω οφειλές, καθώς ο οφειλέτης που έχει ρυθμίσει καθ’ οποιονδήποτε τρόπο τις ανωτέρω οφειλές κάνοντας χρήση ενός άλλου θεσμικού πλαισίου (π.χ. 100 δόσεις) θα πρέπει να εγκαταλείψει την εν λόγω ρύθμιση, εφόσον επιθυμεί να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκαν, καλούμενος ο ίδιος να σταθμίσει τυχόν επιπτώσεις που συνεπάγεται η μη προσήκουσα καταβολή των υποχρεώσεων αυτών (ειδικά όσον αφορά στις απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, πιθανότατα απώλειας συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και περίθαλψης). Κατά τα ως άνω, ουδόλως θίγεται με την εισαγωγή της ανωτέρω διάταξης η εγγύηση του θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης, όπως αυτή εξειδικεύεται στην αρχή της προστασίας του ασφαλιστικού κεφαλαίου και της οικονομικής βιωσιμότητας των φορέων κοινωνικής ασφάλισης με τη δημιουργία εντονότατων προβλημάτων στην οικονομική τους βιωσιμότητα, όπως ισχυρίζεται το καθ’ ου, καθώς η είσπραξη των εν λόγω οφειλών είναι λίαν επισφαλής, αν όχι αδύνατη, και οι φορείς δεν δύνανται να στηρίζουν σε αυτές τη βιωσιμότητά τους.
Η περικοπή οφειλών υπερχρεωμένων ήδη πολιτών δεν στερεί τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης από αναγκαίους πόρους, όταν η αβεβαιότητα είσπραξης σε σχέση με τη δυνατότητα εξοφλήσεως είναι ιδιαίτερα υψηλή. Άλλωστε, ο υπερχρεωμένος οφειλέτης ακριβώς λόγω της ιδιότητάς του δε θα μπορούσε να ανταπεξέλθει ούτως ή άλλως στις υποχρεώσεις του έναντι αυτών, συνεπώς θα οδηγείτο στο ίδιο αποτέλεσμα, ήτοι τη συσσώρευση οφειλών μη δυνάμενων να εισπραχθούν και την απώλεια παροχών. Άλλωστε, η ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη και η ενδεχόμενη απαλλαγή του από αυτά δεν επέρχεται αμέσως συνεπεία της αιτήσεώς του, αλλά τίθεται σειρά προϋποθέσεων, με συμμετοχή στη διαδικασία και των πιστωτών. Η δε απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη συνιστά την απόληξη μιας διαδικασίας, συνδυαζόμενη ενδεχομένως με τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Πέραν των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι η απαλλαγή του οφειλέτη από χρέη συμπεριλαμβανομένων και των οφειλών έναντι των φορέων κοινωνικής ασφάλισης είναι ήδη γνωστή στο δικαιϊκό μας σύστημα, καθώς και στο θεσμό της πτώχευσης επέρχεται υπό προϋποθέσεις τέτοια απαλλαγή (άρθρο 170 παρ. 5 Ν. 3588/2007).
Επιπροσθέτως, προϋφιστάμενος νόμος, ο οποίος επέφερε γενναίες περικοπές στις εν λόγω οφειλές, επιρρώνει τη θέση υπέρ της σύμφωνης με το Σύνταγμα επιλογής του νομοθέτη για υπαγωγή και των ανωτέρω οφειλών στις διατάξεις του ν. 3869/2010. Η ανυπαρξία δε πλαισίου ρύθμισης συνολικά των οφειλών ενός υπερχρεωμένου προσώπου, όπως ο νόμος ορίζει, που στερείται δηλαδή πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2. του ν. 3588/2007 και έχει περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών, τον οδηγεί σε κοινωνική περιθωριοποίηση και οικονομικό αποκλεισμό, σε αντίθεση με τις επιταγές του Συντάγματος. Άλλωστε, τέλος, υπάρχουν πλείστα παραδείγματα άλλων χωρών, με αφετηρία αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών, που διαθέτουν ήδη από μακρού ρυθμίσεις για την απαλλαγή των υπερχρεωμένων ιδιωτών από τα χρέη τους, όταν αυτοί αδυνατούν να ανταποκριθούν σε αυτά, και επίσης δικαιΐκών συστημάτων, όπου τα εν λόγω χρέη υπάγονται στις ρυθμίσεις για την απαλλαγή των υπερχρεωμένων οφειλετών από τα χρέη τους. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί αυτός ο ισχυρισμός ως νόμω αβάσιμος».