Ισότιμοι οι τίτλοι των Κολλεγίων με των ΑΕΙ για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

O  μεταπτυχιακός ή διδακτορικός τίτλος σπουδών, για τον οποίο προσκομίζεται βεβαίωση επαγγελματικής ισοδυναμίας από το Σ.Α.Ε.Π., όχι, όμως, και βεβαίωση ισοτιμίας από το Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π., μπορεί να ληφθεί υπόψη και να αξιολογηθεί για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 4 του ν. 4024/2011 (σ.σ. η γνωμοδότηση αναφέρεται και σε διδακτορικούς τίτλους) .

Τη γνωμοδότηση αυτή εξέδωσε ομόφωνα το Ε τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στο ακόλουθο ερώτημα του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης:

“Αν σύννομα μπορεί να ληφθεί υπόψη και να αξιολογηθεί για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν. 4024/2011, όπως ισχύει, ο μεταπτυχιακός ή διδακτορικός τίτλος σπουδών, για τον οποίο προσκομίζεται βεβαίωση επαγγελματικής ισοδυναμίας από το Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.) και όχι βεβαίωση ισοτιμίας από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.)”.

ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΟΙΞΕΤΕ ΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

Με βάση αυτό το ερώτημα το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης   έθεσε υπόψη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους τα εξής:

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ.4 του ν. 4024/2011, όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.5 του ν. 4038/2012, οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, συναφών με τα αντικείμενα που κατά τις οργανικές διατάξεις της υπηρεσίας τους είναι δυνατόν να απασχοληθούν, κατατάσσονται ως δόκιμοι δημόσιοι υπάλληλοι στο βαθμό Δ’ και στο βαθμό Ε’, αντίστοιχα. Κατά τις ίδιες ως άνω διατάξεις, οι υπάλληλοι που μετά το διορισμό τους αποκτούν τους ως άνω τίτλους, ο απαιτούμενος χρόνος για τη βαθμολογική τους εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά έξι χρόνια, για τους κατόχους διδακτορικού τίτλου, και δύο χρόνια για τους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου. Σε περίπτωση που οι προαναφερόμενοι τίτλοι προέρχονται από εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού, απαιτείται βεβαίωση ισοτιμίας από την αρμόδια αρχή. Η διαπίστωση της συνδρομής ή μη συνάφειας του τίτλου , κατά τα ως άνω, γίνεται με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 11 του π.δ. 50/2001 (Προσοντολόγιο ), όπως ισχύει, για τη κάλυψη θέσεων, κλάδων ή ειδικοτήτων των αντίστοιχων κατηγοριών εκπαίδευσης γίνονται δεκτοί και κάτοχοι απόφασης αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων ανώτατης ή μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το Σ.Α.Ε.Π. του άρθρου 55 του π.δ.38/2010, ως επίσης και κάτοχοι απόφασης αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης από το Σ.Α.Ε.Π., σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ.2 του π.δ.38/2010, όπως κάθε φορά ισχύει.

ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΙΙ. Στις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1,2και 3, 3 παρ.1 εδ.α’-ε’ και 5, 4 και 55 του π.δ 38/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και άλλες διατάξεις» (78Α’),προβλέπονται τα ακόλουθα:
« Άρθρο 1
Με το παρόν:
1. εναρμονίζεται η εθνική νομοθεσία προς:
α) την Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 «σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων», Ε.Ε αριθ. L 255/30-9-2005 σελ. 22) και θεσπίζονται οι κανόνες, σύμφωνα με τους οποίους αναγνωρίζονται, για την ανάληψη και την άσκηση νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος, τα επαγγελματικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη (στο εξής αναφερόμενα ως “κράτη μέλη καταγωγής”) και δίνουν στον κάτοχο τους το δικαίωμα, να ασκεί αυτό το επάγγελμα.
β) την Οδηγία 2006/100/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 2006 «για την προσαρμογή ορισμένων οδηγιών στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας», (Ε.Ε. αριθ. L 363/20-12-2006 σελ. 141), κατά το μέρος που αυτή τροποποιεί την Οδηγία 2005/36/ΕΚ.
γ) την Οδηγία 2013/25/ΕΕ του Συμβουλίου της 13ης Μάιου 2013 «για την προσαρμογή ορισμένων οδηγιών στον τομέα του δικαιώματος εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, λόγω της προσχώρησης της Δημοκρατίας της Κροατίας», (Ε.Ε. αριθ. L 158/10-06-2013 σελ. 368), κατά το μέρος που αυτή τροποποιεί την Οδηγία 2005/36/ΕΚ.
2. Ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία της αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης, όταν πρόκειται για πτυχίο πρώτου κύκλου σπουδών, μικρότερο τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης και τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για διδακτορικό κύκλο σπουδών άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι οποίοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων.»
« Άρθρο 2
1. Οι διατάξεις περί αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων βάσει της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ του παρόντος εφαρμόζονται σε κάθε υπήκοο κράτους – μέλους ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα στην Ελλάδα έχοντας αποκτήσει τα επαγγελματικά του προσόντα σε άλλο κράτος – μέλος είτε ως αυτοαπασχολούμενος είτε ως μισθωτός, συμπεριλαμβανομένων των ασκούντων ελευθέρια επαγγέλματα.
2. Όταν για ένα συγκεκριμένο νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα έχουν θεσπισθεί, με χωριστή κοινοτική νομοθετική πράξη, άλλες ειδικές ρυθμίσεις που σχετίζονται
άμεσα με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, δεν εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος διατάγματος.
3. Οι διατάξεις περί αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του παρόντος διατάγματος εφαρμόζονται σε κάθε υπήκοο κράτους – μέλους ο οποίος, έχοντας αποκτήσει τίτλο τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης άλλου κράτους μέλους, δεν πληροί τις προϋποθέσεις εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»
« Άρθρο 3
Ορισμοί
(Άρθρο 3 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ)
1. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος νοούνται ως:
α) “νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα”: η επαγγελματική δραστηριότητα ή το σύνολο επαγγελματικών δραστηριοτήτων των οποίων η ανάληψη, η άσκηση ή ένας από τους όρους άσκησης εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα, δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, από την κατοχή καθορισμένων επαγγελματικών προσόντων ειδικότερα, όρο άσκησης συνιστά η χρήση επαγγελματικού τίτλου που περιορίζεται, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μόνο σε όποιον κατέχει συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν. Όταν το ανωτέρω εδάφιο δεν έχει εφαρμογή, επάγγελμα αναφερόμενο στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου εξομοιώνεται προς νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα.

β) “επαγγελματικά προσόντα”: τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο εκπαίδευσης, από βεβαίωση επάρκειας που αναφέρεται στο άρθρο 11, στοιχείο α), εδάφιο (i) ή/και από επαγγελματική πείρα.
γ) “τίτλος εκπαίδευσης”: τα διπλώματα, πιστοποιητικά και άλλοι τίτλοι που χορηγούνται από αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, και βεβαιώνουν επιτυχώς περατωθείσα επαγγελματική εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί, κατά κύριο λόγο, στην Κοινότητα. Όταν δεν έχει εφαρμογή το ανωτέρω εδάφιο, τίτλος εκπαίδευσης αναφερόμενος στην παράγραφο 3 εξομοιώνεται προς τίτλο εκπαίδευσης.
δ) “αρμόδια αρχή”: οποιαδήποτε αρχή ή οργανισμός που έχει εξουσιοδοτηθεί ειδικά από τα κράτη μέλη να χορηγεί ή να παραλαμβάνει τους τίτλους εκπαίδευσης και άλλα έγγραφα ή πληροφορίες, καθώς και να παραλαμβάνει τις αιτήσεις και να λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στο παρόν διάταγμα.
ε) “νομοθετικά ρυθμιζόμενη εκπαίδευση”: κάθε εκπαίδευση η οποία είναι άμεσα προσανατολισμένη στην άσκηση συγκεκριμένου επαγγέλματος και συνίσταται σε κύκλο σπουδών που ενδεχομένως συμπληρώνεται από επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, πρακτική άσκηση ή άσκηση του επαγγέλματος. Η διάρθρωση και το επίπεδο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, της πρακτικής άσκησης ή της άσκησης του επαγγέλματος ρυθμίζονται από νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του οικείου κράτους μέλους ή υπόκεινται σε έλεγχο ή έγκριση εκ μέρους της αρμόδιας προς τούτο αρχής.
5. Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 του άρθρου 2 νοείται ως «τίτλος τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης» ο αναγνωρισμένος τίτλος τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης, όταν πρόκειται για πτυχίο πρώτου κύκλου σπουδών, μικρότερο τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης και τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για διδακτορικό κύκλο σπουδών, που απονέμεται από ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης.»

« Άρθρο 4
Αποτελέσματα της αναγνώρισης
(Άρθρο 4 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ)
1. Η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση στο ίδιο επάγγελμα, για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής, και να το ασκεί στην Ελλάδα υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με τους Έλληνες υπηκόους.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, το επάγγελμα που επιθυμεί να
ασκήσει ο αιτών στην Ελλάδα είναι το ίδιο με εκείνο, για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής, εφόσον οι καλυπτόμενες δραστηριότητες είναι συγκρίσιμες.
3. Η αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης με αυτόν που απονέμεται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παρόντος, παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση και να ασκήσει συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ως μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος με τις ίδιες προϋποθέσεις και όρους με τους κατόχους συγκρίσιμων τίτλων του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, εκτός των περιπτώσεων που απαιτούνται αυξημένα ακαδημαϊκά προσόντα και ιδίως για θέσεις καθηγητών Α.Ε.Ι., ερευνητών και ειδικού επιστημονικού προσωπικού.»
« Άρθρο 55
1. Συνιστάται στο Υπουργείο Παιδείας και θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού συλλογικό όργανο με την ονομασία «Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων», το οποίο λαμβάνει αποφάσεις για:
α) την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων σύμφωνα με τους όρους των Κεφαλαίων Ι και II του Τίτλου III, καθώς και του Τμήματος 5 του Κεφαλαίου III του Τίτλου III ου παρόντος διατάγματος και β) την αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του παρόντος διατάγματος.
2. Στις αρμοδιότητες του Συμβουλίου ανήκουν ιδίως:
α) Η κατάρτιση εσωτερικού κανονισμού για τη ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας του και εξέτασης των αιτήσεων για αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και επαγγελματικής ισοδυναμίας, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος διατάγματος.
β) Η κρίση κάθε θέματος κρίσιμου για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και ιδίως του ζητήματος αν απαιτείται η πραγματοποίηση πρακτικής άσκησης προσαρμογής στην Ελλάδα ή η υποβολή του αιτούντος σε δοκιμασία επάρκειας, καθώς και το περιεχόμενο αυτής, στο πλαίσιο του άρθρου 14 του παρόντος διατάγματος.
γ) Η έκδοση απόφασης: ί) για την αναγνώριση ή μη των επαγγελματικών προσόντων
επί τη βάσει των προσκομιζομένων τίτλων ή της κεκτημένης επαγγελματικής πείρας, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος διατάγματος (Τίτλος III, Κεφάλαια Ι, II, III Τμήμα 5) και ιι) για την αναγνώριση ή μη της επαγγελματικής ισοδυναμίας των γνώσεων και των προσόντων που πιστοποιούνται από τίτλο κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης προς τα πιστοποιούμενα με τίτλο που απονέμεται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2.
δ) Ο έλεγχος της έγκαιρης και ορθής εκτέλεσης από το αρμόδιο όργανο των αποφάσεων του στις περιπτώσεις επιβολής δοκιμασίας επάρκειας ή πρακτικής άσκησης προσαρμογής ή γραπτής δοκιμασίας επαγγελματικής ισοδυναμίας.
ε) Η γνωμοδότηση επί θεμάτων αναγνώρισης τίτλων επαγγελματικής εκπαίδευσης του Τίτλου III – Κεφάλαιο III του παρόντος διατάγματος, όταν αυτό ζητηθεί από την αρμόδια αρχή.
στ) Ο έλεγχος των επαγγελματικών προσόντων του παρόχου υπηρεσιών, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 7 παράγραφος 5 του παρόντος διατάγματος, εφόσον τούτο ζητηθεί από την αρμόδια αρχή του άρθρου 7 παράγραφος 6 του παρόντος διατάγματος.»
Περαιτέρω, στο άρθρο 6 παρ.1, 2, 3 και 4, εδ. πρώτο έως τέταρτο του ν.4024/2011, «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις ενιαίο μισθολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015» (226Α’), όπως ισχύει, προβλέπεται ότι:

« Άρθρο 6
Σύστημα Βαθμολογικής Κατάταξης
1. Οι θέσεις όλων των κατηγοριών εκπαίδευσης – Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) και Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ) – κατατάσσονται σε έξι (6) συνολικά βαθμούς, κατά φθίνουσα σειρά, ως εξής:
Βαθμός Α Βαθμός Β Βαθμός Γ Βαθμός Δ Βαθμός Ε Βαθμός ΣΤ.
2. Οι θέσεις προσωπικού της κατηγορίας Ειδικών θέσεων (ΕΟ) κατατάσσονται στους βαθμούς 1ο και 2ο και αμείβονται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.
3. Εισαγωγικός βαθμός για όλες τις κατηγορίες εκπαίδευσης προσωπικού είναι ο βαθμός ΣΤ με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και καταληκτικός, ο Βαθμός Α για την ΠΕ και ΤΕ κατηγορία, ο Βαθμός Β για τη ΔΕ κατηγορία και ο Βαθμός Γ για την ΥΕ κατηγορία.
4. Οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος συναφούς με τα αντικείμενα, στα οποία είναι δυνατόν, κατά τις οργανικές διατάξεις της υπηρεσίας τους, να απασχοληθούν, κατατάσσονται, ως δόκιμοι στο Βαθμό Δ.
Οι κάτοχοι αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, συναφούς με τα αντικείμενα, στα οποία είναι δυνατόν, κατά τις οργανικές διατάξεις της υπηρεσίας τους, να απασχοληθούν, κατατάσσονται, ως δόκιμοι στο Βαθμό Ε.
Για υπαλλήλους οι οποίοι αποκτούν αναγνωρισμένο και συναφές διδακτορικό δίπλωμα ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών μετά το διορισμό τους, ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική τους εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά έξι (6) και δύο (2) έτη αντίστοιχα.
Ως μεταπτυχιακό και ως διδακτορικό δίπλωμα νοούνται εκείνα που χορηγούνται με αντίστοιχο ιδιαίτερο τίτλο μετά τη λήψη του πτυχίου ή διπλώματος Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι.. Για τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά διπλώματα εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του εξωτερικού απαιτείται βεβαίωση ισοτιμίας από την αρμόδια αρχή. Για τη συνδρομή ή όχι της προϋπόθεσης της συνάφειας αποφαίνεται το οικείο Υπηρεσιακό Συμβούλιο.
Η ισχύς της παρούσας παραγράφου ανατρέχει στο χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 4024/2011.

5……………………….6………………………….»
Τέλος στις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ.1 περ. α’, 3 περ. στ’ και 4 παρ.1 περ. α’ και 3 εδ. πρώτο του ν.3328/2005 «Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης και άλλες διατάξεις» (80Α’), όπως ισχύει, προβλέπεται ότι :
« Άρθρο 1
Ίδρυση- Νομική Μορφή -Έδρα
Ιδρύεται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου(Ν.Π.Δ.Δ.)με την επωνυμία
«ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΤΙΤΛΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ» (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), που εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ο Οργανισμός στις διεθνείς του σχέσεις χρησιμοποιεί την επωνυμία: «Hellenic National Academic Recognition and Information Center (Hellenic NARIC)».
« Άρθρο 2 Σκοπός
1. Σκοπός του Οργανισμού είναι:
α) Η αναγνώριση τίτλων σπουδών που απονέμονται από ομοταγή εκπαιδευτικά ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, πανεπιστημιακής και τεχνολογικής κατεύθυνσης της αλλοδαπής και β)………..
2)…………………………………………………………………………..
« Άρθρο 3
Ορισμοί
Κατά την έννοια του νόμου αυτού:
α)……… β)……… γ)………. δ)………. ε)………….
στ) «Αναγνώριση τίτλου σπουδών» είναι η βεβαίωση και η διαπίστωση από τον Οργανισμό της «ισοτιμίας» ή «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» του τίτλου. Η αναγνώριση αφορά πτυχία, μεταπτυχιακά διπλώματα και διδακτορικά διπλώματα.»

« Άρθρο 4
Προϋποθέσεις αναγνώρισης τίτλων
Οι τίτλοι σπουδών των αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής αναγνωρίζονται από τον Οργανισμό ως «ισότιμοι» ή ως «ισότιμοι και αντίστοιχοι».
1. Η «ισοτιμία» αναγνωρίζεται εφόσον:
α)………..β)……………
2……………………………..
3. «Ισοτιμία και αντιστοιχία» αναγνωρίζεται εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση της «ισοτιμίας» του τίτλου σπουδών και επιπλέον ο ενδιαφερόμενος
έχει διδαχθεί και εξετασθεί επιτυχώς στα βασικά μαθήματα του ομοειδούς προγράμματος σπουδών της ημεδαπής.
4……………………………5…………………………6…………………………7………………………»
ΙΙΙ. Από τις προαναφερόμενες διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς και σε συνδυασμό μεταξύ τους, προκύπτουν τα εξής:
α. Με τo υπ’ αριθμ. 38/2010 προεδρικό διάταγμα, προσαρμόστηκε η ελληνική νομοθεσία στην οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 (ΕΕL 255) που αφορά την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων. Με την εν λόγω οδηγία θεσπίζονται κανόνες, βάσει των οποίων τα επαγγελματικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί σε ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη (κράτη- μέλη καταγωγής) αναγνωρίζονται για την ανάληψη και την άσκηση νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος και παρέχουν το δικαίωμα στον κάτοχό τους να ασκεί αυτό το επάγγελμα σε άλλο κράτος μέλος. Κατ’ επίκληση των διατάξεων των άρθρων 46, 53 παράγραφος 1 και 62 της Συνθήκης (τότε άρθρων 49, 57 παράγραφος 1 και 66, αντίστοιχα), εκδόθηκε αρχικώς η οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου «σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών» (ΕΕ L 19). Με την οδηγία αυτή θεσπίσθηκε, με σκοπό τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και των υπηρεσιών, ένα σύστημα γενικής εφαρμογής για την αναγνώριση διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο είχε τα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά: α) αφορούσε διπλώματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία χορηγήθηκαν σε κοινοτικούς  υπηκόους από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, πιστοποιούσαν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών και επέτρεπαν στους κατόχους τους την πρόσβαση σε νομοθετικώς κατοχυρωμένο επάγγελμα και την άσκησή του στο ανωτέρω κράτος μέλος και β) αποσκοπούσε στο να αποκτήσουν οι υπήκοοι των κρατών-μελών το δικαίωμα να ασκούν, ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή μισθωτοί, το αντίστοιχο, νομοθετικώς κατοχυρωμένο, επάγγελμα σε άλλο κράτος μέλος (κράτος μέλος υποδοχής), διαφορετικό από εκείνο στο οποίο απέκτησαν το δίπλωμά τους. Ακολούθησε η οδηγία 92/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου, η οποία θέσπισε ένα συμπληρωματικό γενικό σύστημα αναγνώρισης των επαγγελματικών σπουδών, με σκοπό να καλυφθούν τα επίπεδα εκπαίδευσης, τα οποία δεν καλύπτονταν από το σύστημα της οδηγίας 89/48/ΕΟΚ. Οι ανωτέρω οδηγίες, μαζί με άλλες που ρύθμιζαν ζητήματα ανάληψης και άσκησης ορισμένων επιμέρους επαγγελμάτων σε άλλο κράτος-μέλος, αντικαταστάθηκαν (από 20.10.2007) από την οδηγία 2005/36/ΕΚ, με το άρθρο 62 της οποίας καταργήθηκαν ρητώς οι εν λόγω οδηγίες, οι ρυθμίσεις των οποίων αναδιαρθρώθηκαν και εξορθολογίστηκαν με τη νέα αυτή οδηγία (βλ προοίμιο της οδηγίας, σκ.9). Το ως άνω π.δ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 αυτού, εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση υπηκόου κράτους μέλους, ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα στην Ελλάδα. Το άρθρο 3 του ίδιου π.δ ορίζει, μεταξύ άλλων, την έννοια του νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος, ως της επαγγελματικής δραστηριότητας ή του συνόλου επαγγελματικών δραστηριοτήτων, των οποίων η ανάληψη, η άσκηση ή ένας από τους όρους άσκησης εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα, δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, από την κατοχή καθορισμένων επαγγελματικών προσόντων, την έννοια των επαγγελματικών προσόντων ως των προσόντων που πιστοποιούνται από τίτλο εκπαίδευσης, από βεβαίωση επάρκειας ή/και από επαγγελματική πείρα και την έννοια του τίτλου εκπαίδευσης ως των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων που χορηγούνται από αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, και βεβαιώνουν επιτυχώς περατωθείσα επαγγελματική εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί, κατά κύριο λόγο, στην Κοινότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω π.δ. η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση στο επάγγελμα, για το οποίο διαθέτει τα  προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής, και να το ασκεί στην Ελλάδα υπό τις ίδιες με τους Έλληνες πολίτες προϋποθέσεις.
Το π.δ. 38/2010 τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε αρχικώς με τις διατάξεις του ν. 4093/2012 και ακολούθως των ν. 4111/2013(18Α’) και 4205/2013 (242Α’)και καθορίστηκε πλέον ενιαία αρμόδια εθνική αρχή ως και διαδικασία για την εξέταση της επαγγελματικής ισοδυναμίας μεταξύ των γνώσεων και των προσόντων που πιστοποιούνται από τίτλους τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκείνων που πιστοποιούνται από τίτλους του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της οδηγίας 2005/36/ΕΚ περί αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, προκειμένου για την ανάληψη και άσκηση οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα από τους κατόχους των εν λόγω τίτλων (βλ. αιτιολ. Έκθεση ν. 4093/2012). Η ως άνω τροποποίηση των διατάξεων του π.δ. 38/2010 κατέστη αναγκαία για την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς τη νομολογία του Δ.Ε.Κ. αλλά και του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα προς την οποία οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους υποδοχής υποχρεούνται να αναγνωρίζουν το αίτημα πρόσβασης σε συγκεκριμένο επάγγελμα , αν ο αιτών κατέχει δίπλωμα που έχει χορηγηθεί από πανεπιστήμιο ή εν γένει αρχή της χώρας προέλευσης και πιστοποιεί την ολοκλήρωση σπουδών που έχουν πραγματοποιηθεί, εν όλω ή εν μέρει, σε φορέα εγκατεστημένο στο κράτος – μέλος υποδοχής, ο οποίος δεν είναι αναγνωρισμένος νομοθετικά από τη τελευταία αυτή χώρα (Δ.Ε.Κ. C-151/07, C-274/05,Σ.τ.Ε. 4161/2011- ΝΟΜΟΣ).
Η αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου σπουδών τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τους τίτλους που απονέμονται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, παρέχει, κατά τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 4 παρ.3 του π.δ 38/2010 στον κάτοχο τέτοιου τίτλου (επαγγελματικά ισοδύναμου) να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση σε συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ως μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος και να την ασκήσει με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις με τους κατόχους συγκρίσιμων τίτλων του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Κατά το άρθρο 55 του π.δ 38/2010, αρμόδιο διοικητικό όργανο για την αναγνώριση, τόσο των επαγγελματικών προσόντων, όσο και της επαγγελματικής ισοδυναμίας των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο ρυθμιστικό πεδίο του εν λόγω π.δ, είναι το Σ.Α.Ε.Π., το οποίο υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Τα ζητήματα που αφορούν την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλων σπουδών που απονέμονται από εκπαιδευτικά ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης της αλλοδαπής ρυθμίζονται, κατά βάση, από τις διατάξεις του ν. 3328/2005, όπως ισχύει.
Η αρμοδιότητα αναγνώρισης τίτλων σπουδών κατά τις διατάξεις αυτές ανήκει στο Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π., που λειτουργεί ως ν.π.δ.δ. και έγκειται κυρίως στη διαπίστωση και βεβαίωση της ισοτιμίας ή της ισοτιμίας και της αντιστοιχίας των εξεταζομένων υπ’ αυτού τίτλων σπουδών.
Όπως γίνεται δεκτό ( βλ. Σ.τ.Ε 4880/2012, σκ.5,με περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία του Δ.Ε.Κ., 207/2012 σκ.8., πρβλ. και Σ.τ.Ε 3286/1989) στο σύστημα αμοιβαίας αναγνώρισης διπλωμάτων, που θεσπίστηκε αρχικά με την Οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου και ήδη με την Οδηγία 2005/36/ΕΚ, ένας τίτλος σπουδών δεν αναγνωρίζεται λόγω της ουσιαστικής αξίας της εκπαίδευσης που πιστοποιεί, αλλά διότι επιτρέπει την πρόσβαση σε νομικώς κατοχυρωμένο επάγγελμα στο κράτος-μέλος, στο οποίο αποκτήθηκε ή αναγνωρίστηκε ο εν λόγω τίτλος. Το γεγονός αυτό διαφοροποιεί την εν λόγω αναγνώριση από την ακαδημαϊκή αναγνώριση του τίτλου σπουδών, κατά την οποία ο σκοπός, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία ως και το αρμόδιο για την αναγνώριση όργανο, όπως προδιαγράφονται κατά βάση στις διατάξεις του ν.3328/2005, διαφοροποιούνται σε σχέση με την αναγνώριση τίτλου σπουδών για επαγγελματική χρήση. Το αυτό συμβαίνει και κατά την αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου σπουδών στις περιπτώσεις που προβλέπουν οι διατάξεις του π.δ 38/2010, κατά την οποία, επίσης, όπως και επί αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, δεν εξετάζονται οι θεσμοθετημένες προϋποθέσεις για την ακαδημαϊκή αναγνώριση του τίτλου.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 4 του ν. 4024/2011, για τη βαθμολογική κατάταξη ή εξέλιξη υπαλλήλων, κατόχων διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών εκπαιδευτικού ιδρύματος του εξωτερικού, απαιτείται η βεβαίωση ισοτιμίας της αρμόδιας προς τούτο αρχής. Ως βεβαίωση ισοτιμίας του αλλοδαπού τίτλου σπουδών στην προκείμενη διάταξη νοείται, όπως προκύπτει από τη σαφή διατύπωση του χαρακτηρισμού της βεβαίωσης, εκείνη που εκδίδεται στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής αναγνώρισης του τίτλου αυτού (βεβαίωση ισοτιμίας) και όχι της αναγνώρισης της επαγγελματικής του ισοδυναμίας, δηλαδή, κατά τα νυν ισχύοντα, η βεβαίωση ισοτιμίας που χορηγείται από τον Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π. ή, πριν την σύστασή του, από το Διαπανεπιστημιακό Κέντρο Αναγνωρίσεως Τίτλων Σπουδών της Αλλοδαπής (Δ.Ι.Κ.Α.Τ.Σ.Α.) του ν. 741/1977. Τούτο, διότι μόνο κατά τη διαδικασία έρευνας της ύπαρξης ή μη της ακαδημαϊκής ισοτιμίας του ως άνω τίτλου σπουδών εξετάζονται οι προϋποθέσεις εκείνες που κατά νόμον πρέπει να συντρέχουν ως στοιχεία της επιστημονικής αξίας και του επιπέδου του τίτλου σπουδών και η διαπίστωση των οποίων (στοιχείων) εκ μέρους του αρμοδίου οργάνου οδηγεί στην έκδοση της οικείας βεβαίωσης ισοτιμίας. (βλ Δ. Στράνη-Ι. Πρασσά, Η Αναγνώριση Αλλοδαπών Ακαδημαϊκών Διπλωμάτων, σελ 44,45και 85,86).
Ενόψει του σκοπού, τον οποίο εξυπηρετούν οι διατάξεις του π.δ.38/2010, όσον αφορά τα δικαιώματα κατόχων τίτλων αναγνωρισμένων ως επαγγελματικά ισοδύναμων, προσβολή των εν λόγω δικαιωμάτων προκύπτει σε κάθε περίπτωση που ο κάτοχος τέτοιου τίτλου σπουδών υφίσταται άνιση μεταχείριση, συγκριτικά με τον κάτοχο συγκρίσιμου τίτλου σπουδών ημεδαπού εκπαιδευτικού ιδρύματος και ειδικότερα όταν η άνιση αυτή μεταχείριση εκδηλώνεται στην περίπτωση εκτίμησης του επαγγελματικά ισοδύναμου τίτλου, ως επαγγελματικού προσόντος, κατά τη διαδικασία πρόσβασης ή εξέτασης της ικανοποίησης των όρων και προϋποθέσεων, που σχετίζονται με την άσκηση συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας νομοθετικά ρυθμιζόμενης.
β. Όσον αφορά τους υπαλλήλους φορέων του δημόσιου τομέα, οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4024/2011, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 αυτού, η απόκτηση κατά το άρθρο 6 παρ.4 του ως άνω νόμου βαθμολογικού πλεονεκτήματος και συνακόλουθα μισθολογικού συνιστά προϋπόθεση άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας του μισθωτού (υπαλλήλου) που κατέχει θέση σε ορισμένο φορέα του δημόσιου τομέα, υπό την έννοια ότι το βαθμολογικό αυτό πλεονέκτημα συνάπτεται με την ικανοποίηση του δικαιώματος του υπαλλήλου, αφενός για βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη και αφετέρου με την απόκτηση δυνατότητας να ασκήσει καθήκοντα στην υπηρεσία του που προϋποθέτουν την κατοχή συγκεκριμένου ανώτερου βαθμού, όπως λ.χ. για τη κατάληψη ορισμένης θέσης ευθύνης.

Η απαίτηση της διάταξης του άρθρου 6 παρ. 4 του ν. 4024/2011 για την ύπαρξη ακαδημαϊκής ισοτιμίας, ως προϋπόθεση για την εξέταση του αιτήματος χορήγησης βαθμολογικού πλεονεκτήματος στους υπαλλήλους- κατόχους μεταπτυχιακών ή διδακτορικών τίτλων σπουδών εκπαιδευτικού ιδρύματος του εξωτερικού, έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του π.δ 38/2010 και ειδικότερα με τα δικαιώματα που, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, διασφαλίζονται με αυτές για τους κατόχους τίτλων σπουδών τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης αλλοδαπών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κρατών- μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αναγνωρισμένων αρμοδίως στην Ελλάδα ως επαγγελματικά ισοδύναμων. Και τούτο, διότι η απαίτηση αναγνώρισης ισοτιμίας των εν λόγω τίτλων, ενόσω οι τίτλοι αυτοί έχουν αναγνωριστεί ως επαγγελματικά ισοδύναμοι, δημιουργεί εις βάρος των κατόχων τους κατάσταση άνισης μεταχείρισης σε σχέση προς τους κατόχους συγκρίσιμων τίτλων σπουδών τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης ελληνικού εκπαιδευτικού ιδρύματος, δοθέντος ότι απαιτεί από αυτούς τη συνδρομή μιας επιπλέον προϋπόθεσης (αναγνώρισης ισοτιμίας του τίτλου) κατά την άσκηση της δραστηριότητας του υπαλλήλου σε φορέα του δημόσιου τομέα.
Οι διατάξεις του π.δ. 38/2010, ως διατάξεις αυξημένης τυπικής ισχύος, λόγω προσαρμογής με αυτές της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2005/36/ΕΚ, υπερισχύουν των διατάξεων κοινών νόμων και κανονιστικών πράξεων (Βλ. Ε. Σπηλιωτόπουλου: Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου 2007, τόμ.Ι σελ.89, Ν.Σ.Κ. 336/2006) και επομένως εν προκειμένω και των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 4 του ν.4024/2011, στο βαθμό που οι τελευταίες αυτές διατάξεις αναιρούν το προστατευτικό καθεστώς των δικαιωμάτων των κατόχων ακαδημαϊκών τίτλων σπουδών αναγνωρισμένων, κατά τα ανωτέρω, ως επαγγελματικά ισοδύναμων. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 4 του ως άνω νόμου δεν μπορούν να εφαρμοστούν στις περιπτώσεις κατοχής εκ μέρους των ενδιαφερομένων υπαλλήλων τίτλων σπουδών τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης αλλοδαπών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αναγνωρισμένων αρμοδίως στην Ελλάδα ως επαγγελματικά ισοδύναμων και ειδικότερα κατά το μέρος που οι διατάξεις αυτές απαιτούν την ύπαρξη ακαδημαϊκής ισοτιμίας για την εξέταση του αιτήματος χορήγησης βαθμολογικού πλεονεκτήματος, ως και του συνακόλουθου μισθολογικού, για τους κατόχους των εν λόγω τίτλων σπουδών.

Αυτονόητα, η κατά τα ανωτέρω αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας δεν επηρεάζει την εξάρτηση της χορήγησης των προαναφερόμενων πλεονεκτημάτων από την τήρηση της απαιτούμενης από τις ως άνω διατάξεις του ν.4024/2011 διαδικασίας εξέτασης εκ μέρους του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου της συνδρομής της προϋπόθεσης της συνάφειας του αναγνωρισμένου ως επαγγελματικά ισοδύναμου τίτλου.

ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΟΙΞΕΤΕ ΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

Leave a Reply

Your email address will not be published.