Σε συνέχεια της αρ. B/7/οικ.16359/3023/29.05.2013 εγκυκλίου μας σχετικά με την
εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων, της πάγιας ρύθμισης και της «νέας αρχής» για τις
καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και κατόπιν
σχετικών ερωτημάτων που μας έχουν τεθεί, σας ενημερώνουμε τα ακόλουθα:
Απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή στις εν λόγω διατάξεις είναι η υποβολή αίτησης
στα οικεία περιφερειακά ή τοπικά καταστήματα ή μονάδες των ασφαλιστικών οργανισμών,
η οποία δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά, εφόσον αυτό υποστηρίζεται τεχνικά.
Ειδικότερα, με τις διατάξεις της πάγιας ρύθμισης παρέχεται η δυνατότητα ρύθμισης
καθυστερούμενων οφειλών έως και την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, οι οποίες α) δεν
έχουν τύχει εξόφλησης με ρύθμιση ή με αναστολή πληρωμής ή με οποιαδήποτε άλλη
διευκόλυνση ή νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής και β) τελούν σε αναστολή
είσπραξης, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη.
Με τις διατάξεις της νέας αρχής παρέχεται η δυνατότητα ρύθμισης καθυστερούμενων
οφειλών μέχρι και την 31.12.2012, οι οποίες δεν έχουν τύχει εξόφλησης με ρύθμιση ή με
αναστολή πληρωμής ή με οποιαδήποτε άλλη διευκόλυνση ή νομοθετική ρύθμιση
τμηματικής καταβολής, εφόσον καταβάλλονται ανελλιπώς οι τρέχουσες ασφαλιστικές
εισφορές από 01.01.2013 και εφεξής ή εφόσον οφείλονται εισφορές από την 01.01.2013
και καταβάλλονται πριν την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.Επισημαίνεται ότι, σε περίπτωση υπαγωγής στη νέα ρύθμιση επέρχεται απώλεια των τυχόν
ευεργετημάτων- διευκολύνσεων των προηγούμενων ρυθμίσεων.
Επίσης, υπάγονται, αν ζητηθεί από τον οφειλέτη,:
– οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης
– ληξιπρόθεσμες οφειλές μέχρι και την 31.12.2012, οι οποίες έχουν υπαχθεί σε άλλες
ρυθμίσεις, των οποίων οι όροι τηρούνται, εφόσον επιλεγεί πρόγραμμα ρύθμισης με
μικρότερο ή ίσο αριθμό δόσεων σε σχέση με τον αριθμό των υπολειπόμενων
δόσεων της υπαγόμενης ρύθμισης και με την προϋπόθεση ότι ο ανώτερος αριθμός
δόσεων δεν υπερβαίνει τις σαράντα οκτώ (48) και δεν εκτείνεται πέραν της 30 ης
Ιουνίου 2017.
Α. Προϋποθέσεις ένταξης- Δικαιολογητικά
Πέραν της αίτησης, ο οφειλέτης, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, υποχρεούται να προσκομίσει
στον αρμόδιο για την έκδοση απόφασης ρύθμισης όργανο, ανάλογα με το ύψος της κύριας
οφειλής :
i.
έως 5.000 €:
– Υπεύθυνη Δήλωση του οφειλέτη ή του νόμιμου εκπροσώπου αυτού, του άρθρου 8
του Ν.1599/1986, στην οποία δηλώνεται λεπτομερώς η αδυναμία εξόφλησης της
οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή καθώς και η ανταπόκριση στη μηνιαία δόση.
ii.
από 5.000€ έως 50.000€ (πάγια ρύθμιση) / 75.000€ (ρύθμιση νέας αρχής):
– Υπεύθυνη Δήλωση του οφειλέτη ή του νόμιμου εκπροσώπου αυτού, του άρθρου 8
του Ν.1599/1986, στην οποία δηλώνεται λεπτομερώς η αδυναμία εξόφλησης της
οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή και πληροφορίες για το σύνολο των
περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη (κινητές αξίες και ακίνητη περιουσία
οποιασδήποτε μορφής), τα οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης ή το ετήσιο
εισόδημα, τους αριθμούς των τραπεζικών του λογαριασμών (IBAN), οχήματα των
οποίων έχει την κυριότητα, απαιτήσεις από τρίτους καθώς και πληροφορίες που
περιλαμβάνουν οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημοσίου και
άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, εφόσον υφίστανται, το τρέχον και το
αναμενόμενο εισόδημα/κύκλος εργασιών.
iii.
άνω των 50.000€ (πάγια) / 75.000€ (νέα αρχή):
– Υπεύθυνη Δήλωση του οφειλέτη ή του νόμιμου εκπροσώπου αυτού, του άρθρου 8
του Ν.1599/1986 με συμπληρωμένα τα στοιχεία της ως άνω ii περίπτωσης
– Βεβαίωση που υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης από τρίτο ανεξάρτητο εκτιμητή,
περί της ορθότητας των δηλούμενων οικονομικών στοιχείων και των λοιπών
δικαιολογητικών που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη
δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού. Η δαπάνη
για την αμοιβή του εκτιμητή βαρύνει αποκλειστικά τον οφειλέτη.
iv.
άνω των 150.000€ (πάγια) / 300.000€ (νέα αρχή):
– Υπεύθυνη Δήλωση του οφειλέτη ή του νόμιμου εκπροσώπου αυτού, του άρθρου 8
του Ν.1599/1986 με συμπληρωμένα τα στοιχεία της ως άνω ii περίπτωσης
– Βεβαίωση από τρίτο ανεξάρτητο εκτιμητή της ως άνω iii περίπτωσης
– Σύσταση εγγύησης για τη διασφάλιση της οφειλής, η οποία μπορεί να συνίσταται σε:
Προσκόμιση εγγυητικής επιστολής τράπεζας για όλο το διάστημα της ρύθμισης
και για το σύνολο της ρυθμιζόμενης οφειλής πλέον των επιβαρύνσεων,
Πλήρη διασφάλιση της οφειλής με εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου ελευθέρου
βαρών, αντικειμενικής αξίας τουλάχιστον ίσης με το ύψος της συνολικής οφειλής
ή επί βεβαρημένου ακινήτου αντικειμενικής αξίας, αφαιρουμένων των ποσών για
τα οποία έχουν εγγραφεί βάρη, τουλάχιστον ίσης με τη συνολική οφειλή,
Εγγύηση τρίτου αξιόχρεου προσώπου και
Οποιοδήποτε άλλο τρόπο εγγύησης αποδεκτό από τις αρμόδιες αρχές των
ασφαλιστικών οργανισμών.
Σε κάθε περίπτωση, απαραίτητες προϋποθέσεις για την υπαγωγή στις εν λόγω ρυθμίσεις
είναι η υποβολή των εκ του νόμου δηλώσεων ασφάλισης μισθωτών των τελευταίων πέντε
(5) ετών, όπου αυτές προβλέπονται, και η μη καταδίκη του οφειλέτη ή άσκηση κατ’ αυτού
ποινικής δίωξης για φοροδιαφυγή.
Ως εκ τούτου, ο οφειλέτης με υπεύθυνη δήλωσή του δηλώνει ότι δεν έχει καταδικαστεί για
φοροδιαφυγή πρωτόδικα, τελεσίδικα ή αμετάκλητα και δεν έχει ασκηθεί εναντίον του ποινική
δίωξη για φοροδιαφυγή.
Όσον αφορά στις περιπτώσεις ύψους κύριας οφειλής έως 50.000€ (πάγια) /
75.000€ (νέα αρχή) η αδυναμία εξόφλησης τη δεδομένη χρονική στιγμή καθώς και ηβιωσιμότητα του διακανονισμού αξιολογούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του φορέα,
βάσει της υπεύθυνης δήλωσης που υποβάλλεται.
Παράλληλα, στις περιπτώσεις ύψους κύριας οφειλής άνω των 50.000/75.000 η
αδυναμία εξόφλησης τη δεδομένη χρονική στιγμή καθώς και η βιωσιμότητα του
διακανονισμού αξιολογείται από τον ανεξάρτητο τρίτο φορέα , στη δε βεβαίωση- μελέτη
βιωσιμότητας πρέπει να περιλαμβάνεται η καθαρή θέση, ανάλυση ρευστότητας και
προσδοκώμενα έσοδα, αναμενόμενες δαπάνες του οφειλέτη.
Ειδικότερα, όσον αφορά στη ρύθμιση της νέας αρχής η αίτηση υποβάλλεται άπαξ στις
αρμόδιες υπηρεσίες, σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια ισχύος της
ρύθμισης, η δε διάρκεια του διακανονισμού δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν της
30.06.2017.
Β. Τρόπος ρύθμισης
Σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ρυθμίζονται ως
κατωτέρω:
Πάγια ρύθμιση
Εντάσσονται οι καθυστερούμενες έως την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής οφειλές μετά
των νόμιμων προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων, οι οποίες
κεφαλαιοποιούνται, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, μέχρι τις
31.12.2012 ενώ για το διάστημα από 01.01.2013 και μέχρι τον προηγούμενο του μήνα
υποβολής του αιτήματος η κύρια οφειλή επιβαρύνεται με το επιτόκιο (ΣΤ.: Παρατήρηση 1)
και ρυθμίζονται σε έως δώδεκα (12) ισόποσες μηνιαίες δόσεις.
Επίσης, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, δύναται να εντάσσονται και οι καθυστερούμενες έως
την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης.
Ρύθμιση νέας αρχής
Εντάσσονται οι καθυστερούμενες έως την 31.12.2012 οφειλές μετά των νόμιμων
προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων, εφόσον καταβάλλονται
ανελλιπώς οι τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές ή καταβληθούν μέχρι την ημερομηνία
υπαγωγής στη ρύθμιση για όσους τις οφείλουν, οι οποίες κεφαλαιοποιούνται,
συμπεριλαμβανομένων και των πάσης φύσεως προσαυξήσεων μέχρι τις 31.12.2012 και
καταβάλλονται εφάπαξ ή σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, όπως αυτές προσδιορίζονται στην
αίτηση, με τις εξής αντίστοιχες εκπτώσεις επί των κάθε είδους προσαυξήσεων, πρόσθετων
τελών και λοιπών επιβαρύνσεων:
– έκπτωση 25% , εφόσον το χρέος εξοφληθεί έως 30.06.2017
– έκπτωση 30%, εφόσον το χρέος εξοφληθεί έως 30.06.2016
– έκπτωση 35%, εφόσον το χρέος εξοφληθεί έως 30.06.2015
– έκπτωση 40%, εφόσον το χρέος εξοφληθεί έως 30.06.2014
– έκπτωση 50%, εφόσον το χρέος εξοφληθεί έως 01.07.2013
Επομένως, προκειμένου να τύχει ο οφειλέτης ρύθμισης της οφειλής σε σαράντα οκτώ (48)
δόσεις, θα πρέπει η πρώτη δόση να καταβληθεί εντός του 7 ου /2013, δεδομένου ότι σε κάθε
επόμενο μήνα ένταξης μειώνεται ο αριθμός των δόσεων, έτσι ώστε η λήξη (30.06.2017) να
είναι σταθερή, ανεξάρτητα από την ένταξη.
Η καταβολή της πρώτης δόσης πραγματοποιείται εντός επτά ημερών από την υποβολή της
αίτησης στην Τράπεζα ή στα ΕΛΤΑ, ενώ οι υπολειπόμενες καταβάλλονται στο τέλος του
επόμενου της καταβολής μήνα χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση με πάγια εντολή
χρέωσης λογαριασμού σε πιστωτικό ίδρυμα. Η αρμόδια υπηρεσία του φορέα δύναται να
προσδιορίσει το λογαριασμό με τον οποίο θα συνδέεται η πάγια εντολή αυτόματης χρέωσης.
Εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής με πάγια εντολή οι οφειλέτες φυσικά πρόσωπα
μη επιτηδευματίες άνω των 65 ετών, των οποίων η οφειλή δεν ξεπερνά τις 5000 € καθώς
και οι οφειλέτες φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν τραπεζικό λογαριασμό. Στις ανωτέρω δύο
εξαιρέσεις δύναται η πληρωμή των δόσεων να διενεργείται και με απλή εντολή.
Στις ρυθμίσεις τόσο της πάγιας όσο και της νέας αρχής δεν προβλέπεται ελάχιστο όριο
δόσης ή ύψος οφειλής, παρά μόνο για φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν
επιχειρηματική δραστηριότητα και έχουν οφειλές έως 5000€, οπότε, εφόσον
δηλώσουν αδυναμία εξόφλησης της οφειλής εφάπαξ ή έως 48 δόσεις, ανάλογα το εισόδημά
τους, μπορούν να ρυθμίσουν την οφειλή έως 100 δόσεις ή να καταβάλλουν ελάχιστο ποσό
δόσης τα 50€.
Στη διακριτική ευχέρεια των Φορέων βρίσκεται η δυνατότητα ορισμού ελάχιστου ορίου
δόσης ή ύψους οφειλής για ένταξη στη ρύθμιση. Σε κάθε περίπτωση η μηνιαία δόση
οφειλών, που αφορά συνολικά στις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς ασφαλιστικούςοργανισμούς και το δημόσιο, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% του μηνιαίου εισοδήματος
του οφειλέτη.
Εφόσον ο οφειλέτης επιθυμεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης Νέας αρχής να
εξοφλήσει εφάπαξ τις υπολειπόμενες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, θα τύχει
απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής,
κατά ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηναίων δόσεων που τελικά
διαμορφώνεται με την εξόφληση.
Ε. Η ρύθμιση απόλλυται όταν ο οφειλέτης:
– δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς,
Τονίζεται ότι, κατά τη διάρκεια της ρύθμισης επιτρέπεται η καθυστέρηση
πληρωμής μίας δόσης και η καταβολή αυτής γίνεται υποχρεωτικά μέχρι την
ημερομηνία καταβολής της επόμενης δόσης και με προσαύξηση
εκπρόθεσμης καταβολής 15%.
– δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα τις τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές, καθ’ όλο το
διάστημα της ρύθμισης καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους,
– έχει υποβάλει ανακριβή ή ανεπαρκή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η
ρύθμιση.
Σε περίπτωση απώλειας ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα της ρύθμισης, καθίσταται
απαιτητό το σύνολο του υπολοίπου της οφειλής και των προηγούμενων προσαυξήσεων και
καταπίπτουν οι προσφερθείσες εγγυήσεις.
ΣΤ: Λοιπά θέματα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4152/2013, υποπαράγραφος ΙΑ2, παρ. 11 τα
προβλεπόμενα πρόσθετα τέλη του εδαφίου δ ́ της παρ. 1 του άρθρου 27 του α.ν.
1846/1951, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 21 του ν. 4075/2012
παύουν να ισχύουν για ασφαλιστικές εισφορές υπέρ εκάστοτε ΦΚΑ από 1.1.2013, οι
οποίες δεν καταβάλλονται εμπροθέσμως, και αντικαθίστανται από ένα ετήσιο
επιτόκιο που ισούται με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ συν ένα περιθώριο
800 μονάδων βάσης (8%) υπολογισμένο σε ετήσια βάση.
2. Κατά συνέπεια η κύρια οφειλή πριν την 1.1.2013 επιβαρύνεται με πρόσθετα τέλη
μέχρι την 31.12.2012 και από 1.1.2013 με επιτόκιο, μέχρι τον προηγούμενο του
μήνα υποβολής του αιτήματος. Εν συνεχεία, από την υποβολή του αιτήματος και
μετά, ανάλογα με το χρόνο αποπληρωμής, επιβαρύνεται με επιτόκιο, το οποίο
υπολογίζεται σε μηνιαία βάση.
3. Το μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλής, στο οποίο θα αναγράφεται το υπολειπόμενο ποσό
οφειλής, θα χορηγείται χωρίς καμία παρακράτηση. Επισημαίνεται ότι όπου
προβλέπονται ειδικότερες διατάξεις παραμένουν σε ισχύ.
4. Ως ανεξάρτητοι εκτιμητές ορίζονται οι ορκωτοί ελεγκτές – λογιστές, οι λογιστές –
φοροτεχνικοί και οι κατέχοντες άδεια ασκήσεως δικηγορικού λειτουργήματος.
5. Η βεβαίωση από τους ως άνω εκτιμητές πιστοποιεί όλες τις υποχρεώσεις του
οφειλέτη προς το κράτος και προς τρίτους, την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη
ως προς την παροχή επαρκών εγγυήσεων για τη χορήγηση ρύθμισης τμηματικής
καταβολής καθώς και τα αποτελέσματα επί της αναμενόμενης ρευστότητας από την
ενδεχόμενη υπαγωγή του οφειλέτη σε άλλους διακανονισμούς με το δημόσιο ή με
τους τρίτους φορείς. Σε περίπτωση προσκόμισης της ανωτέρω βεβαίωσης – μελέτης
βιωσιμότητας από ορκωτούς ελεγκτές – λογιστές δεν απαιτείται περαιτέρω
αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων από τις αρμόδιες υπηρεσίες του
ασφαλιστικού φορέα.
6. Σε περίπτωση προσκόμισης βεβαίωσης από λογιστή ή δικηγόρο, η αρμόδια ταμειακή
υπηρεσία του Ιδρύματος, αξιολογεί τα προσκομισθέντα στοιχεία και έχει τη
δυνατότητα να ζητήσει περαιτέρω διευκρινίσεις ή εγγυήσεις για την οριστική
χορήγηση της ρύθμισης.
7. Εφόσον, κατά την παροχή εγγυήσεων για την χορήγηση της ρύθμισης προσφέρεται
ακίνητο για την εγγραφή υποθήκης χωρίς να συνοδεύεται από βεβαίωση εκτίμησης
της αξίας του από κατέχοντα άδεια ασκήσεως επαγγέλματος μηχανικού, η αρμόδια
υπηρεσία δύναται να ζητήσει την βεβαίωση αυτή, η δαπάνη της οποίας βαρύνει
αποκλειστικά τον οφειλέτη.
8. Τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, εφόσον ο ενδιαφερόμενος καταβάλει την
πρώτη δόση καθώς και τις δόσεις της ρύθμισης και τις τρέχουσες
ασφαλιστικές εισφορές εμπροθέσμως, μπορούν να υποβάλλονται και να
ελέγχονται σε κάθε περίπτωση εντός έξι μηνών από την καταβολή τηςπρώτης δόσης. Μετά την παρέλευση του εξαμήνου και εφόσον δεν
ενημερωθεί διαφορετικά ο ενδιαφερόμενος, η ρύθμιση θεωρείται
χορηγηθείσα.
9. Με τις παρούσες ρυθμίσεις δεν επέρχεται αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης της
ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών σε περίπτωση που ο οφειλέτης έχει υποβάλει
αίτηση συνταξιοδότησης.
10.Μετάβαση από τη ρύθμιση της νέας αρχής στην πάγια ρύθμιση δεν επιτρέπεται.
Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στις διατάξεις των υποπαραγράφων ΙΑ.1 και ΙΑ2 της
παραγράφου ΙΑ του Ν. 4152/2013, όπως ισχύει, και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών
εκδοθεισών Β/7/15877/2914/2013 και Β/7/15878/2915/2013 υ.α»
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΚ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ
1. Κατά την υποβολή αίτησης διακανονισμού (όπως και κατά την έκδοση ασφαλιστικής
ενημερότητας και λοιπών βεβαιώσεων) είναι υποχρεωτική για την ταυτοπροσωπία η
επίδειξη ενός από τα παρακάτω:
α) ταυτότητας, β) βιβλιαρίου ασθενείας, γ) διπλώματος οδήγησης και σε περίπτωση
που δεν είναι ο ίδιος είναι απαραίτητη η προσκόμιση εξουσιοδότησης (με θεωρημένο
το γνήσιο της υπογραφής) ή πληρεξουσίου.
2. Ως καθυστερούμενες οφειλές θεωρούνται αυτές που αφορούν το προηγούμενο
εξάμηνο του οποίου έχει παρέλθει η ημερομηνία εμπρόθεσμης καταβολής.
Ως εκ τούτου, ο τρέχουσες εισφορές δεν μπορούν να υπαχθούν σε ρύθμιση και
οφείλουν να εξοφληθούν μέχρι την ημερομηνία λήξης του εξαμήνου, προκειμένου
να διατηρηθεί σε ισχύ η ρύθμιση.
3. Σχετικά με την υποχρέωση προσκόμισης φορολογικής ενημερότητας για την
υπαγωγή στη ρύθμιση , σύμφωνα με τον Ν.4152/2013 (ΦΕΚ Α ́182/2013), οι
οφειλέτες θα πρέπει να προσκομίζουν φορολογική ενημερότητα ή βεβαίωση οφειλής
κατά περίπτωση, προκειμένου να αξιολογείται η δυνατότητα ανταπόκρισης στην
παρούσα ρύθμιση.
ΕΚ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ ΕΙΣΦΟΡΩΝ
Nov 01