(συνημμένα αρχεία)
Σύμφωνα με το καταστατικό του ΤΣΜΕΔΕ
(Α.Ν. 2326/1940 ΦΕΚ Α’ 145/40):
“Πάσα απαίτησις του Ταμείου εξ οιασδήποτε αιτίας προερχομένη μετά των προσθέτων επιβαρύνσεων, εισπράττεται βάσει των δικονομικών διατάξεων της εκάστοτε ισχυούσης δια την αναγκαστικήν είσπραξιν των Δημοσίων εσόδων, νομοθεσίας, εξαιρουμένον του μέτρου της προσωπικής κρατήσεως το οποίον δύναται να επιβάλληται μόνον εις περίπτωσιν εισπράξεως αυτής δια των Δημοσίων Ταμείων. Τίτλον δια την τοιαύτην αναγκαστικήν είσπραξιν αποτελεί απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. καθορίζουσα το εισπρακτέον ποσόν εκ καθυστερουμένων εν γένει απαιτήσεων και προσθέτων επιβαρύνσεων, την αιτίαν της οφειλής, ως και την περίοδον εις ην ανάγεται αύτη. Δια της επιδόσεως της ατομικής ειδοποιήσεως εις οφειλέτην διακόπτεται η παραγραφή. Το Ταμείον δύναται να επιδιώξη την είσπραξιν των απαιτήσεών του και κατά την τακτικήν διαδικασίαν ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων”.
(σελ.12 του συν.2326-40)
Σύμφωνα με την πρόσφατη νομολογία του ΣτΕ, η προσωπική κράτηση ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των οφειλετών του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ αντίκειται στα άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 3 του Συντάγματος.
Είχε προηγηθεί το 2003 η ομόφωνη κρίση του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα της προσωπικής κράτησης για ληξιπρόθεσμα χρέη προς το ΙΚΑ και τα ΝΠΔΔ. Το ΣτΕ (ολ. 2858/2003) τότε έκρινε -επικαλούμενο την σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία των οικείων διατάξεων- ότι μετά την εισαγωγή του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η προσωπική κράτηση επιτρέπεται μόνο για το Δημόσιο (ΔΟΥ, Τελωνεία) όχι όμως και για ΝΠΔΔ όπως το ΙΚΑ. Συγκεκριμένα ότι εκ των άρθρων 231-233 του Κώδικος Διοικητικής Δικονομίας προκύπτει ότι «δια του νόμου τούτου ερυθμίσθησαν κατά τρόπον πλήρη και αποκλειστικόν τόσον αι ουσιαστικαί όσον και αι δικονομικαί προϋποθέσεις επιβολής του μέτρου της προσωπικής κρατήσεως, η οποία εφεξής επιτρέπεται μόνον προκειμένου περί απαιτήσεων του Δημοσίου, όχι δε και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ.
Ακολούθησε η ΣτΕ ολ. 250/2008 (συνημμένο) που έκρινε ανεπίτρεπτο το μέτρο της προσωπικής κράτησης (για χρέη σε δημόσιο και νπδδ), ως αντικείμενο στα άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 3 του Συντάγματος.
Αναφέρεται ότι διαφέρει η στέρηση της προσωπικής ελευθερίας ως ποινή για αποδοκιμαστέα κοινωνική συμπεριφορά από την η στέρηση της προσωπικής ελευθερίας ως διοικητικό μέτρο που αποβλέπει στην άσκηση πίεσης για την εξόφληση χρηματικού χρέους, το οποίο «δεν έχει ή δεν δύναται το Δημόσιο να αποδείξει ότι έχει ο οφειλέτης». Και αυτό διότι αποτελεί μέτρο καταναγκασμού, όχι πάνω στην περιουσία του οφειλέτη, αλλά επί του ίδιου του προσώπου του οφειλέτη.
Τα παραπάνω υιοθετούνται και από την 1/2010 απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου (συνημμένο).